ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Κέρκυρα, 17/29 Νοεμβρίου 1861 και ώρα 7 π.μ.: ο πενηντατετράχρονος υποπρόξενος του Βασιλείου της Ελλάδος «Σκαρλάτος Σαμμάρας [sic], ἱππότης διαφόρων παρασήμων, γεννημένος εἰς τὴν Βιένην τῆς Αὐστρίας» και η εικοσιεξάχρονη σύζυγός του Φανή Ελάου, γεννημένη στην Κωνσταντινούπολη, απέκτησαν ένα γιο. Τρεις εβδομάδες αργότερα, στις 10/22 Δεκεμβρίου, το νεογέννητο βρέφος βαπτίστηκε στον ιερό ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου Φανερωμένης (ο οποίος ακόμη και σήμερα είναι γνωστός ως η «Παναγία των Ξένων») με αναδόχους τον Κερκυραίο ιστορικό και φιλόλογο Ιωάννη Ρωμανό και την κόμισσα Αγγελική Θεοτόκη-Ανδρουτσέλη, σύζυγο του Νικολάου Βροκίνη (θείου του ιστορικού Λαυρεντίου Βροκίνη). Το βρέφος δεν έλαβε όμως τα ονόματα Γεώργιος ή Ιωσήφ (σύμφωνα με εκείνα των παππούδων του), αλλά Σπυρίδων-Φιλίσκος. Το νεογέννητο αυτό επρόκειτο να εξελιχθεί στον μουσουργό Σπύρο Σαμάρα, ο οποίος έμελε να αναδειχθεί σε έναν από τους σημαντικότερους, αλλά συνάμα και πλέον παρεξηγημένους, πρωταγωνιστές της ελληνικής μουσικής ιστορίας των νεώτερων χρόνων.
Η συμπλήρωση εφέτος 150 ετών από τη γέννηση του Σαμάρα και ενός αιώνα από τη μόνιμη και μοιραία επιστροφή του στην Ελλάδα δίνει για ακόμη μια φορά την ευκαιρία να υπογραμμιστεί το αυτονόητο. Αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από τη διαπίστωση ότι ο συνθέτης δεν βάσιζε την οποιαδήποτε φιλοδοξία υστεροφημίας στον παλαμικό Ολυμπιακό Ύμνο του 1896, σε ένα έργο δηλαδή εν πολλοίς ευκαιριακό, το οποίο θα καθιερωνόταν μάλλον συμπτωματικά ως επίσημος ύμνος των Ολυμπιακών Αγώνων μόλις το 1958, δηλαδή εξήντα δύο χρόνια μετά την παγκόσμια «πρώτη» του και σαράντα ένα χρόνια μετά τον θάνατο του συνθέτη του.
Πράγματι, το 1896 ο Κερκυραίος συνθέτης βρισκόταν στο ζενίθ της καριέρας του στην Ευρώπη. Όπερές του παρουσιάζονταν όχι μόνο στην Ιταλία, αλλά και σε άλλα ευρωπαϊκά οπερατικά κέντρα (Παρίσι, Νίκαια, Λειψία, Κολωνία, Βόννη), ενώ η φήμη του έφτανε ως την Αργεντινή. Η εργογραφία τού συνθέτη μέχρι το 1896 αποκαλύπτει μια σειρά επιτυχημένων, αλλά ξεχασμένων πλέον, οπερατικών έργων: Flora Mirabilis (1886), Medgé (1888), Lionella (1891), La martire (1894), La furia domata (1895). H εξαιρετική πορεία του στις ευρωπαϊκές μελοδραματικές σκηνές συνεχίστηκε βεβαίως και μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 με την ίδια επιτυχία μέχρι την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1911. Τη δυναμικη του Σαμάρα αποδεικνύουν η υποδοχή των μελοδραμάτων Mademoiselle de Belle-Isle (1905), La biondinetta (1903, 1906), Rhea (1908), καθώς και οι ποιότητες της ημιτελούς La tigra.
Εκατόν πενήντα χρόνια μετά από εκείνο το πρωινό της 29ης Νοεμβρίου 1861 η Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας παρουσιάζει τον δεύτερο τόμο των Δημοσιευμάτων του Μουσείου Μουσικής «Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος». Στην επετειακή αυτή έκδοση τιμάται ο Σπύρος Σαμάρας, ο πρώτος Έλληνας συνθέτης που έτυχε πραγματικά διεθνούς αναγνώρισης και ο οποίος απεδείκνυε ότι η ιδιοφυία δεν γνωρίζει γεωγραφικά και φυλετικά όρια. Στον τόμο δημοσιεύονται τρεις πρωτότυπες ερευνητικές εργασίες, μια μαρτυρία και αριθμός φωτογραφικών ντοκουμέντων. Όλα τα παραπάνω αποκαλύπτουν άγνωστες πτυχές των σχέσεων του συνθέτη με την Ελλάδα, καθώς και της αξιοζήλευτης και εξαιρετικά σημαντικής πορείας του Σαμάρα στον διεθνή μουσικό και μουσικοθεατρικό χώρο στο μεταίχμιο μεταξύ 19ου και 20ού αιώνα. Ζώντας σε αυτό το μεταίχμιο ο Κερκυραίος μουσουργός ωφελήθηκε σε μέγιστο βαθμό από τα νάματα της εποχής του και άφησε συγκλονιστικές μουσικές σελίδες.
Στην πρώτη μελέτη του τόμου ο Χάρης Ξανθουδάκης αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές της σύνθεσης και της παρθενικής παρουσίασης του περίφημου και εμβληματικού Ολυμπιακού Ύμνου στην Αθήνα, το 1896. Οι συνθήκες, τα πρόσωπα και οι προπαρασκευαστικές δραστηριότητες παρουσιάζονται ενδελεχώς μέσα από τον τον τύπο και τους πρωταγωνιστές της εποχής. Επίσης, απολύπτεται πλούτος νέων στοιχείων, τα οποία υπογραμμίζουν το πολιτικό και εθνικό βάρος που έλαβε ο Ύμνος στο ελλαδικό βασίλειο της εποχής ως ένα σύμβολο αποστασιοποίησης από το οθωμανικό παρελθόν και σύνδεσης με το αρχαιοελληνικό πνεύμα.
Το δεύτερο ερευνητικό πόνημα του τόμου υπογράφει η θεατρολόγος Στέλλα Κουρμπανά και αφορά στις σχεδόν μυθιστορηματικές συμπληγάδες που συνάντησε στην Ελλάδα η σαμαρική Flora Mirabilis. Ήδη από την παγκόσμια πρώτη της στο Μιλάνο το 1886 η συγκεκριμένη όπερα είχε αναδείξει το ταλέντο και τις ικανότητες του Κερκυραίου μουσουργού. Το ενδιαφέρον για το πρωτόλειο αυτό έργο του Σαμάρα υπήρξε εξαιρετικό και στην Ελλάδα της εποχής. Ωστόσο, μετά από διάφορες αναβολές και αποτυχημένες απόπειρες παρουσίασής της σε διάφορες πόλεις του τότε ελλαδικού βασιλείου το έργο θα εύρισκε τελικά φιλόξενο χώρο στο κερκυραϊκό θέατρο San Giacomo. Στη γενέτειρα του Σαμάρα η ελλαδική πρεμιέρα της Flora Mirabilis θα γνώριζε πρωτοφανή επιτυχία και θα άφηνε εποχή, απόηχοι της οποίας φθάνουν μέχρι τις μέρες μας. Στο επίμετρο της μελέτης παρουσιάζεται σειρά ντοκουμέντων, τα οποία ρίχνουν νέο φως στην περίοδο και στους πρωταγωνιστές της.
Στο τρίτο μελέτημα ο υπογράφων ασχολείται με τις σχέσεις του Σαμάρα με τη Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας. Η συγκεκριμένη πτυχή της ζωής του μουσουργού είχε ελάχιστα διερευνηθεί και η όποια αναφορά σε αυτή κατά κανόνα περιοριζόταν στη συμμετοχή της μπάντας της Φιλαρμονικής στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896. Ωστόσο, το αρχειακό υλικό της Εταιρείας και ο τύπος της εποχής αποκαλύπτουν μια αμεσότερη και βαθύτερη σχέση του Σαμάρα με το κορυφαίο μουσικοεκπαιδευτικό ίδρυμα της ιδιαίτερης πατρίδας του, σχέση η οποία ήταν ήδη στενή και άμεση τουλάχιστον από το 1886. Επίσης, στο επίμετρο του κειμένου παρατίθενται μια σειρά νέων στοιχείων για τον πατέρα του συνθέτη, τον «υποπρόξενο γραμματεά Σκαρλάτο Σαμμάρα».
Το κείμενο-μαρτυρία του παρόντος επετειακού τόμου φέρει την υπογραφή του μουσικολόγου-μουσικοκριτικού Γιώργου Λεωτσάκου, δηλαδή του ανθρώπου εκείνου που περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο τα τελευταία τριάντα χρόνια έχει συνδέσει το όνομά του με τον Σπύρο Σαμάρα. Ο Γιώργος Λεωτσάκος με ιεραποστολικό ζήλο ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 ανέλαβε το δύσκολο έργο της «απενοχοποίησης» του Σαμάρα και της λεγόμενης «Επτανησιακής Σχολής» εν γένει. Στο παρόν κείμενό του ο συγγραφέας με το γλαφυρό ύφος του προχωρά σε έναν πρώτο προσωπικό απολογισμό της εικοσιπενταετούς ερευνητικής αφοσίωσής του στο έργο και στη ζωή του Σπύρου Σαμάρα. Συνάμα, προσφέρει πλήθος πληροφοριών για τη μεταθανάτια τύχη του έργου του Κερκυραίου συνθέτη, όπως τη βίωσε ο ίδιος, και θέτει σειρά νέων ερευνητικών στόχων για μελλοντική έρευνα.
Το φωτογραφικό υλικό που παρουσιάζεται στον παρόντα τόμο, είτε διάσπαρτα μεταξύ των κειμένων είτε με τη μορφή λευκώματος στο τέλος του τόμου, επιχειρεί να διασώσει στη συλλογική μνήμη διάφορα ντοκουμέντα, επί το πλείστον πρωτοδημοσιευόμενα, που αφορούν στον Σαμάρα. Η πλειοψηφία των ντοκουμέντων προέρχεται από το αρχειακό υλικό της Φιλαρμονικής, πολλά δε από αυτά εκτίθενται στο Μουσείο Μουσικής του ιδρύματος.
Όπως είναι σαφές, ο παρών επετειακός τόμος είναι αποτέλεσμα συλλογικής προσπάθειας, η οποία οφείλει ευχαριστίες σε διάφορους φορείς και πρόσωπα. Αρχικά, αποδίδονται εγκάρδιες ευχαριστίες στη Διοικητική Επιτροπή της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας και τον υπεύθυνο της βιβλιοθήκης της, κ. Ανδρέα Παπαδάτο, για τη διάθεση σπάνιου υλικού σχετικού με τον Σαμάρα από τις αρχειακές σειρές της. Επίσης, ευχαριστίες οφείλονται στο Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (ΕΛΙΑ), στη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων και στο προσωπικό των Γενικών Αρχείων του Κράτους του Νομού Κερκύρας για την απλόχερη βοήθειά τους και για την ικανοποίηση των ερευνητικών απαιτήσεων των συγγραφέων. Η Μαρία Σουρβίνου, η οποία με κόπο και μεράκι επιμελήθηκε τις αγγλικές μεταφράσεις του «Χρονολογίου» και των «Περιλήψεων» των κειμένων, αξίζει επιπλέον επαίνου και για την ανάδειξη της επετείου της γέννησης του Σαμάρα στο πλαίσιο της συνεργασίας της με το Μουσείο Μουσικής της Φιλαρμονικής. Κομβικής σημασίας ήταν και η συνεργασία με τον Σταμάτη Καταπόδη, ο οποίος ανέλαβε το απαιτητικό έργο της φωτογράφησης των εδώ παρουσιαζόμενων τεκμηρίων, καθώς και με τον Σωκράτη Πουλή, ο οποίος προσέφερε για ακόμη μια φορά τις φιλολογικές του γνώσεις. Τέλος, αυτονόητες και εκ βάθους ευχαριστίες απευθύνονται στα μέλη της Διοικητικής Επιτροπής της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας, ιδιαιτέρως δε στον Πρόεδρό της κ. Ιωάννη Γραμματικό, όχι μόνο για τη ζωηρή υποστήριξη και ανάδειξη της εφετινής επετείου, αλλά και για την ελεύθερη πρόσβαση στο μοναδικής σημασίας αρχειακό υλικό του ιδρύματος.
Κώστας Καρδάμης
Κέρκυρα, 15 Ιουλίου 2011
Ετικέτες ΕΠΤΑΝΗΣΑ, ΚΕΡΚΥΡΑ, ΠΑΛΙΑ ΦΙΛΑΡΜΟΝΙΚΗ, ΣΑΜΑΡΑΣ